Η συνάντηση του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη με τον πρόεδρο Βολοντίμιρ Ζελένσκι την Κυριακή, κατέληξε σε μια από τις σημαντικότερες ελληνοουκρανικές συμφωνίες των τελευταίων ετών που αναμένεται να επηρεάσει άμεσα το μέλλον της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας. Οι δύο ηγέτες συμφώνησαν να ξεκινήσει στη χώρα μας η συμπαραγωγή μη επανδρωμένων σκαφών επιφανείας, των λεγόμενων USV, δηλαδή θαλάσσιων drones που χρησιμοποιούνται για στρατιωτικές αποστολές και αποδεικνύονται καθοριστικά στα σύγχρονα πεδία μάχης.
Η παραγωγή αυτών των συστημάτων θα γίνει, σύμφωνα με πληροφορίες που επικαλείται σήμερα η εφημερίδα «Καθημερινή» σε ελληνικά ναυπηγεία που διαθέτουν την τεχνολογική βάση και τις υποδομές για να αναλάβουν ένα τέτοιο έργο. Πιθανότερο σημείο παραγωγής θεωρείται το ναυπηγείο Σκαραμαγκά, ενώ γύρω του θα συμμετάσχουν και άλλες ελληνικές εταιρείες οι οποίες θα αναλάβουν την κατασκευή εξοπλισμού όπως ηλεκτρονικά συστήματα, οπτικά, αισθητήρες και αν χρειαστεί ακόμη και την παραγωγή της εκρηκτικής ύλης που θα φέρουν αυτά τα σκάφη.
Σημαντικό είναι το γεγονός πως η συμπαραγωγή αυτή θα εξυπηρετεί και τις δύο χώρες: ένα μέρος από τα drones θα παραδίδεται στην Ουκρανία, η οποία άλλωστε χρησιμοποιεί καθημερινά τέτοια μη επανδρωμένα σκάφη σε επιχειρήσεις κατά των Ρώσων, ενώ ένα άλλο μέρος θα ενισχύσει τις ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις. Η Ουκρανία διαθέτει ήδη εμπειρία στην κατασκευή περίπου 15 διαφορετικών τύπων USV και η τεχνογνωσία της θα βοηθήσει ώστε στη χώρα μας να παραχθούν ακόμη πιο εξελιγμένα μοντέλα.
Το κοινό ελληνo-ουκρανικό USV που θα σχεδιαστεί, θα βασιστεί στις υπάρχουσες ουκρανικές τεχνολογίες, όμως ο στόχος είναι να φτιαχτεί μια βελτιωμένη εκδοχή, με περισσότερες δυνατότητες και καλύτερη απόδοση. Τα ουκρανικά μοντέλα έχουν ήδη αποδείξει την αξία τους στον πόλεμο, καθώς έχουν παίξει καθοριστικό ρόλο στον περιορισμό του ρωσικού στόλου στη Μαύρη Θάλασσα. Αυτή η πρακτική εμπειρία αποτελεί πολύτιμο πλεονέκτημα για την Ελλάδα.
Η συνεργασία όμως μεταξύ Αθήνας και Κίεβου δεν σταματά εδώ. Αν όλα προχωρήσουν ομαλά, έχει ήδη συζητηθεί και το ενδεχόμενο να επεκταθεί το πρόγραμμα, ώστε στο μέλλον να παραχθούν στην Ελλάδα και μη επανδρωμένα υποβρύχια (UUV). Η ουκρανική τεχνολογία στον τομέα των drones – θαλάσσιων, εναέριων και υποβρυχίων – εξελίσσεται σχεδόν κάθε εβδομάδα, καθώς η χώρα αναγκάζεται να ανταποκριθεί στη ραγδαία ανάπτυξη αντίστοιχων ρωσικών συστημάτων. Αυτό δίνει στην Ουκρανία μια τεράστια εμπειρία που μπορεί πλέον να αξιοποιήσει και η Ελλάδα.
Για την Αθήνα, η συνεργασία αυτή έχει τρία πολύ σημαντικά πλεονεκτήματα:
- Πρώτον, αποκτά πρόσβαση σε τεχνολογία δοκιμασμένη σε πραγματικές πολεμικές συνθήκες, με αποδεδειγμένη αποτελεσματικότητα. Όχι σε θεωρητικό επίπεδο, αλλά σε συνθήκες όπου κρίνεται καθημερινά η ασφάλεια μιας χώρας.
- Δεύτερον, δίνεται ώθηση στις ελληνικές εταιρείες υψηλής τεχνολογίας, οι οποίες μπορούν να συμμετάσχουν σε ένα μεγάλο έργο με διεθνή προοπτική. Η παγκόσμια αγορά για drones κάθε είδους αναπτύσσεται ταχύτατα και η Ελλάδα μπορεί να πάρει θέση σε αυτόν τον ανταγωνισμό.
- Τρίτον, η Ελλάδα περιορίζει την απόσταση που τη χωρίζει από την Τουρκία σε αυτόν τον τομέα. Η Άγκυρα έχει επενδύσει σημαντικά στα USV και διαθέτει δικά της μοντέλα από το 2021. Η ελληνική συμμετοχή σε ένα τόσο σύγχρονο πρόγραμμα αποτελεί σημαντικό βήμα για την ισορροπία στο Αιγαίο.
Η χρηματοδότηση του έργου θεωρείται εξασφαλισμένη, καθώς ήδη υπάρχει σχετική πρόβλεψη στον Μακροπρόθεσμο Προγραμματισμό Αμυντικών Εξοπλισμών για την περίοδο 2025 – 2036. Παράλληλα, Ελλάδα και Ουκρανία θα προσπαθήσουν να εντάξουν το πρόγραμμα στα φθηνά δάνεια του ευρωπαϊκού κανονισμού SAFE, τα οποία δίνονται σε χώρες που συνεργάζονται για την παραγωγή αμυντικών συστημάτων. Η Ουκρανία θεωρείται επιλέξιμη χώρα για αυτά τα δάνεια, κάτι που μπορεί να μειώσει σημαντικά το οικονομικό βάρος.
Σε πρακτικό επίπεδο, το επόμενο διάστημα θα πραγματοποιηθεί ταξίδι ελληνικού στρατιωτικού κλιμακίου στην Ουκρανία, μαζί με εκπροσώπους του ναυπηγείου που θα αναλάβει την παραγωγή. Οι λεπτομέρειες για το πότε θα γίνει αυτό δεν θα ανακοινωθούν για λόγους ασφαλείας, όμως ο στόχος είναι να προχωρήσουν οι τεχνικές διαδικασίες και να ξεκινήσει η υλοποίηση της συμφωνίας.