Η Lito Fine Jewelry συναντά τον εικαστικό Διονύση Χριστοφιλογιάννη σε μια συνεργασία όπου το κόσμημα λειτουργεί σαν φυλαχτό και το γλυπτό σαν νησί. Η συλλογή «Νησάκια» μιλά για το εύθραυστο, τη μνήμη και την ανάγκη να ανήκουμε κάπου, μας λέει η Λητώ Καρακωνστάνογλου.
Στη Μεσόγειο, τα νησιά δεν είναι απλώς τόποι, είναι μεταφορές, στάσεις σε ένα ταξίδι μνήμης και φωτός, μικρές επικράτειες όπου η ευθραυστότητα γίνεται σύμβολο αντοχής. Αυτόν τον κόσμο επιχειρεί να συλλάβει η νέα συλλογή κοσμημάτων της Lito Fine Jewelry, με τίτλο «Νησάκια», μέσα από μια συνεργασία με τον εικαστικό Διονύση Χριστοφιλογιάννη.
Η φωτογράφιση της συλλογής δεν παρουσιάζει απλώς κοσμήματα. Διαλέγεται με τη σειρά έργων «Νησάκια» του Χριστοφιλογιάννη (2022–2024): κεραμικά και μαρμάρινα μικροτοπία, όπου το ανθρώπινο σώμα, το τοπίο και η ιστορική μνήμη συναντιούνται σε μια τελετουργική αλληγορία. Θραύσματα σωμάτων, περιστέρια, κοχύλια και αρχιτεκτονικά απομεινάρια γίνονται μικρές, εύθραυστες συνθέσεις.
To εύθραστο ως πηγή αλήθειας
Η Λητώ Καρακωνστάνογλου (Lito) αναγνωρίζει
αυτή τη συγγένεια. «Ναι, αναγνωρίζω
πολλά κοινά σημεία», μου εξηγεί. «Στη
δουλειά μου, το εύθραυστο δεν είναι
αδυναμία αλλά πηγή αλήθειας. Ένα κομμάτι
που φέρει την αίσθηση της ευθραυστότητας
γίνεται πιο ανθρώπινο, πιο κοντά στη
δική μας φύση. Το ίδιο ισχύει και για το
έργο του Διονύση· υπάρχει μια συνειδητή
επιλογή να κρατηθεί η πρώτη ύλη ζωντανή,
να μην εξομαλυνθεί πλήρως, να διατηρηθεί
η χειροποίητη αφή. Αυτή η προσέγγιση
δημιουργεί έναν δεσμό με το αντικείμενο,
καθώς ξέρεις πως πίσω από αυτό υπάρχει
μια ανθρώπινη ιστορία και μια διαδικασία
σχεδόν τελετουργική».
Όπως και στα έργα του Χριστοφιλογιάννη, έτσι και στα κοσμήματα της Lito η αφήγηση μέσα από την ύλη γίνεται κεντρική. «Για μένα αυτός είναι ο πυρήνας της δουλειάς μου. Ένα κόσμημα, πριν καν το φορέσει κάποιος, κουβαλά ήδη μια ιστορία: αυτήν του σχεδιασμού του, της επιλογής των υλικών, της δημιουργικής διαδικασίας. Όταν περνά στα χέρια και στο σώμα του άλλου, η ιστορία αυτή μετασχηματίζεται. Γίνεται προσωπική, προσθέτει στρώσεις νοήματος. Είναι σαν να γράφεται ένα βιβλίο που ποτέ δεν τελειώνει, γιατί κάθε άνθρωπος προσθέτει το δικό του κεφάλαιο».
Μικροί τόποι προστασίας
Σε αυτόν τον διάλογο, το κόσμημα μοιάζει
με φυλαχτό, ενώ τα γλυπτά του Χριστοφιλογιάννη
με νησάκια-σύμβολα. «Πιστεύω πως αυτή
η ανάγκη είναι βαθιά κοινή. Το φυλαχτό
και το νησάκι έχουν κάτι το παρόμοιο:
είναι μικροί τόποι προστασίας. Στο δικό
μου έργο, το φυλαχτό κουβαλά μια ενέργεια
— είτε πραγματική, μέσα από τα υλικά
και το σχεδιασμό του, είτε συμβολική,
μέσα από την πρόθεση. Στα έργα του
Διονύση, τα νησάκια είναι τόποι μνήμης
και ενσυναίσθησης. Και τα δύο, με
διαφορετικά μέσα, δημιουργούν έναν
χώρο, έστω νοητό, όπου ο άνθρωπος μπορεί
να βρει παρηγοριά, να σταθεί για λίγο,
να αναπνεύσει».
Ίσως εκεί να βρίσκεται και η ουσία της συνεργασίας: μια προσπάθεια να δημιουργηθούν μικροί, πολύτιμοι τόποι, είτε από μάρμαρο είτε από χρυσό, όπου η ανθρώπινη εμπειρία μπορεί να βρει καταφύγιο. «Νομίζω πως μιλάμε για τον ίδιο εσωτερικό κόσμο, αλλά τον εκφράζουμε σε διαφορετική κλίμακα. Τα έργα του Διονύση έχουν τη γλώσσα της γλυπτικής και του τοπίου· τα δικά μου έχουν τη γλώσσα της μικρογλυπτικής και του κοσμήματος. Ωστόσο, και οι δύο προσπαθούμε να δημιουργήσουμε εμπειρίες. Ένα κόσμημα μπορεί να είναι μικροσκοπικό, αλλά να ανοίγει έναν ολόκληρο κόσμο στον νου και στην καρδιά του ανθρώπου που το φορά. Όπως κι ένα γλυπτό μπορεί να λειτουργεί ως πύλη σε μια εσωτερική αφήγηση. Είναι σαν να δουλεύουμε σε διαφορετικές διαστάσεις, αλλά με το ίδιο λεξιλόγιο συμβόλων».
Κι αν αναρωτηθεί κανείς «γιατί νησάκια»,
η Λητώ έχει μια απάντηση σχεδόν ποιητική:
«Τα νησάκια είναι για μένα μια πανίσχυρη
μεταφορά. Είναι σημάδια μέσα στην
απεραντοσύνη — τόποι απομόνωσης αλλά
και συνάντησης, μοναξιάς αλλά και
φιλοξενίας. Κουβαλούν μνήμες, αλλά
παραμένουν ανοιχτά στο νέο. Στη συνεργασία
μας, τα νησάκια έγιναν η γέφυρα ανάμεσα
στη γλυπτική και στο κόσμημα. Μικροί,
προστατευμένοι χώροι που μπορεί να τους
κουβαλήσεις μαζί σου, είτε κυριολεκτικά
πάνω στο σώμα, είτε συμβολικά μέσα στην
ψυχή. Στο τέλος, νομίζω πως και τα δύο —
οι δημιουργίες του Διονύση και τα δικά
μου κοσμήματα — λειτουργούν σαν μικρές,
πολύτιμες στάσεις στο ταξίδι μας».
Γέφυρα μεταξύ γλυπτικής και κοσμήματος
Όλα αυτά — τα νησάκια, τα φυλαχτά, η ευθραυστότητα που γίνεται αντοχή — ανήκουν σε μια γλώσσα που η Αθήνα ξέρει καλά να μιλά. Το κόσμημα θέλει να γίνει μνήμη, το γλυπτό θέλει να γίνει τόπος. Και όμως, στο τέλος, πρόκειται για την ίδια παλιά ανάγκη: να κουβαλήσεις μαζί σου κάτι μικρό που σε προστατεύει από την απεραντοσύνη.
Η Lito και ο Χριστοφιλογιάννης μιλούν
για «ανήκειν», για καταφύγια, για πύλες
σε εσωτερικούς κόσμους. Αυτό που
πραγματικά περιγράφουν είναι μια
ανθρώπινη εμμονή: η επιθυμία να κάνουμε
το άυλο χειροπιαστό, να δέσουμε τον
χρόνο γύρω από τον λαιμό μας ή να τον
φορέσουμε στο χέρι. Δεν είναι τυχαίο
που επιλέγουν το νησί ως μεταφορά. Ένα
κομμάτι γης, ξεκομμένο από όλα, που
παραμένει ωστόσο μέρος ενός συνόλου.
Έτσι ακριβώς λειτουργεί και το κόσμημα:
μικρό, απομονωμένο, αλλά πάντα μέρος
μιας μεγαλύτερης ιστορίας.
Κι εκεί βρίσκεται η αλήθεια της συνεργασίας. Όχι στις λέξεις — «ευθραυστότητα», «μετάβαση», «ενσυναίσθηση» — αλλά στη σιωπηλή παραδοχή ότι ο άνθρωπος χρειάζεται κάτι απτό, κάτι που να χωράει στην παλάμη ή να ακουμπά πάνω στο δέρμα του, για να θυμάται ότι ανήκει κάπου.